Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012


ΛΥΚΕ ΛΥΚΕ ΕΙΣΑΙ ΔΩ..;                                                                                                   


Αν πάρεις δέκα σκυλιά και πας και τ’ αφήσεις σ’ έναν αγριότοπο, σε μια ερημιά απ’ όπου δεν περνάει ψυχή ζώσα, τα σκυλιά αυτά μέσα σε λίγες εβδομάδες θα ξαναγίνουν λύκοι...

                                            Και με το φως του λύκου επανέρχονται, Ζυράννα Ζατέλη




Κάθε παιχνίδι έχει μια νίκη και μια ήττα
κι από παιδί το ξέρω, πριν την αλφαβήτα
όμως απόψε ούτε νίκη, ούτε ήττα.
Από μωρό κοιμάμαι με το φως σβησμένο
απ' το σκοτάδι ξέρω τι να περιμένω.
Έχω ένα λύκο στο μυαλό μου αναθρεμμένο.
Κι όσο τη γη αυτή γυρίζει με ένα σώμα
δεν έχει κλείσει τις παρτίδες του ακόμα.
Κι όσο στο στήθος η καρδιά του θα χτυπάει
θα τον κρατάει αυτή η ζωή κι ας μην του πάει.
Περνούν οι άνθρωποι νερό, σιγά το νέο
έχω γνωρίσει ένα ποσοστό γενναίο
μέσα στη θλίψη έχω μάθει να αναπνέω.

Και κάθε τόσο που γεμίζει το φεγγάρι
βγάζω το λύκο πριν τον πάρουνε χαμπάρι
από τη νύχτα τους εκδίκηση να πάρει.

Κι όσο τη γη αυτή γυρίζω με ένα σώμα
δεν έχω κλείσει τις παρτίδες μου ακόμα.
Κι όσο στο στήθος η καρδιά μου θα χτυπάει
θα με κρατάει αυτή η ζωή κι ας μη μου πάει.
                                  Γεράσ. Ευαγγελάτος
  [προσοχή στην εναλλαγή προσώπου: από γ' σε α' ]






















Γεννιόμαστε σαν λύκοι και πεθαίνουμε σαν τα σκυλιά...
                                 Μανιφέστο,  Μωρά στη Φωτιά

Ψάχνω το λύκο στο δάσος, θηρίο της πόλης εγώ
ζούμε κι οι  δυο από λάθος και μοιάζουμε σαν δυο σταγόνες νερό.
Δεν έχω σημάδια στο σώμα, στα τέσσερα εγώ δεν περπατώ
κι όμως -λέει-μας φτύσαν στο στόμα κι απόχτησα ένα δίδυμο αδερφό.
Σε ποιο παραμύθι βουλιάζω , τον κόκκινο μου σκούφο φορώ,
δεν σε φοβάμαι, στις πόλεις ουρλιάζω και φύλακα έχω πιστό,
τον καλό κυνηγό.
Ο λύκος δεν σκοτώνει χορτάτος, εγώ και χορτάτος χτυπώ
και μες στο μυαλό μου με πάθος , το επόμενο θύμα ζητώ.
Ο λύκος φοβάται μονάχος, εγώ και μόνος μου ζω
σίγουρα έγινε λάθος, δεν έχουμε τίποτα κοινό.                                       
                                              Δ. Τσακνής


"Κάποτε ζούσε ένας άντρας που τον έλεγαν Χάρυ, αλλά το κύριο όνομα του ήταν Λύκος της Στέπας. Πήγαινε με τα δυό πόδια, ντυνόταν κι ήταν ένας άνθρωπος, στην πραγματικότητα όμως ήταν ένας Λύκος της Στέπας
Στο «Λύκο της στέπας» (1927) οι ψυχαναλυτικές εμπειρίες του Έσσε δημιουργούν την εικόνα του αρπακτικού θηρίου, για να δηλώσουν το αχαλίνωτο ορμέμφυτο και το χαοτικό στοιχείο του ανθρώπου που δεν καταφέρνει να συμβιβάσει το θεϊκό με το δαιμονικό μέρος του, τα ένστικτα με το πνεύμα…"
                                                   ...η συνέχεια και ένα μικρό απόσπασμα


Είναι δώδεκα η ώρα, είναι η ώρα των τρελών..
λύκε, λύκε μου, καλέ μου
λύκε, λύκε μου είσαι εδώ;
..όμορφο μου προβατάκι τι γυρεύεις μες στο δρόμο;




Είναι οι ανάσες των λύκων ,
που τριγυρνάν' μέσα στο σώμα μου.
Είναι οι ανάσες των λύκων,
που ξαγρυπνάν' κάτω απ' το στρώμα μου.
Είναι οι ανάσες των λύκων,
που σταματούν έξω απ' την πόρτα μου.
Είναι οι ανάσες των λύκων,
που κυβερνούν την άγρια χώρα μου..
                                      Γ. Αγγελάκας







λύκοι, λυκάνθρωποι και μουσική



"Η ηρωίδα του βιβλίου δεν είναι ένα κοριτσάκι όπως όλα τ’ άλλα. Μάλλον σα νέα γυναίκα μοιάζει. Αθώα και γνωστική, τρυφερή και σκληρή την ίδια ώρα. Και βλέπει τον κόσμο διαφορετικά από τα άλλα παιδιά της ηλικίας της. Παραδείγματος χάριν στο παραμύθι με τα γουρουνάκια και το λύκο: «Το λύκο λυπόμουνα συνήθως. Πώς θα καταπιεί τόσα γουρουνάκια μονομιάς;» " [Λ. Φουρουκλάς]



Πείτε μου ακόμα αν έρχεται στην άκρη του χωριού
ο λύκος του θανάτου τους χειμώνες,
που, σαν κουνούσε την ουρά, το γάλα έπηζε
στα τρομαγμένα στήθη απ' τις λεχώνες.
                      Θανάσης Παπακωνσταντίνου, San Michele 



Σ' αφήνω λύκε
Και συ που το όνομα σου στ' αρχαία χρόνια ήτανε φως
μείνε και ψόφα στο σκοτάδι
Πάω να βρω τους φίλους μου
Θα πω τ' ανομολόγητα, και θα σε καταδώσω
                                     Τ. Τσανακλίδου






Υπάρχουν και καλοί λύκοι ...;


Ένας λύκος κάθε βράδυ 
μου τηλεφωνάει
λέει πως είναι άγριος
κι ότι θα με φάει...
...Λύκε, λύκε που γυρίζεις
μοναχός στο χιόνι
έχω τη μανούλα μου
και δεν είμαι μόνη
Ένας λύκος κάθε βράδυ
μου τηλεφωνάει
και μου λέει παραμύθια
και μου τραγουδάει
Λύκε, λύκε δεν πιστεύω
ό,τι κι αν μου λες
ξέρω ότι είσαι μόνος
και τα βράδια κλαις..
                 Χρήστος Ρουμελιωτάκης


Αργύρης Χιόνης

Ένας Λύκος Αισθηματίας

Διψάω γι' αγάπη
πεινάω γι' αγάπη
πονάω γι' αγάπη.
Ουρλιάζω γι' αγάπη
πεθαίνω γι' αγάπη αλλά
Είμαι ο λύκος ο κακός
ο λύκος και δε γίνεται.
Δεν είναι δυνατόν τέτοια
αισθήματα να έχω.
Γιατί αν το μάθουνε
τα πρόβατα
θα πέσουνε να με σπαράξουν.


                                                 dances with wolves..

κείμενο του Νίκου Σαραντάκου στο ιστολόγιό του ο φιλόσοφος και ο λύκος [με πολλά και ενδιαφέροντα σχόλια]


Ο ΚΑΛΟΣ ΛΥΚΟΣ ΤΟΥ ΑΡΚΑ

όλο το κόμικ

Όταν τα τρία μικρά λυκάκια χτίζουν ένα σπίτι από τούβλα, ο Ρούνι Ρούνι, το ύπουλο κακό γουρούνι, το γκρεμίζει με το σφυρί του. Όταν χτίζουν ένα σπίτι από τσιμέντο, το γκρεμίζει με το κομπρεσέρ του! 
Τι πρέπει να κάνουν τα τρία μικρά λυκάκια για να γλιτώσουν; 


το σύγχρονο παραμύθι του ευγένιου τριβιζά
παραμύθια και στερεότυπα
ακόμη :   ΕΔΩ 
μια παρόμοια εργασία με στόχο την «ανίχνευση της επίδρασης του κινήματος της
Πολιτικής Ορθότητας σε κλασικά κείμενα της παιδικής λογοτεχνίας στα οποία κεντρικός πρωταγωνιστής είναι ο λύκος.Η πολιτική ορθότητα ξεκίνησε ως μια αυθόρμητη κίνηση προστασίας και προφύλαξης μειονοτικών και άλλων ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων από στερεοτυπικές, ρατσιστικές ιδέες και προσβλητικές λεκτικές διατυπώσεις. Στη συνέχεια μετατράπηκε σε οργανωμένο ιδεολογικό και πολιτικο-κοινωνικό κίνημα, οι ακτιβιστές του οποίου, χρησιμοποιώντας μια "πολιτικώς ορθή" γλώσσα, επιδίωξαν να παρουσιάσουν μια διαφορετική,αξιοπρεπή και πολιτισμικά σαφή εικόνα για τα μέλη των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων και να αναζητήσουν γενικότερα την πολιτισμική ευαισθησία και το σεβασμό για τον "άλλο" . Πολύ γρήγορα το κίνημα της πολιτικής ορθότητας, οδηγήθηκε σ’ ένα υποκριτικό καθωσπρεπισμό, πέρασε στην αντίφαση του περιορισμού και ελέγχου της σκέψης, εφόσον δεν υπήρχε χώρος στην «πολιτικά ορθή» άποψη για κάποια αμφισβήτηση, με αποτέλεσμα μια σταδιακή συρρίκνωση και μια ουσιαστική απονεύρωση του κινήματος.»


αν διάβαζε όλα τα παραπάνω η τίγρης, θα ζήλευε - και με το δίκιο της...
Έχω μια τίγρη μέσα μου, άγρια λιμασμένη
π' όλο με περιμένει
κι όλο την καρτερώ,
τηνε μισώ και με μισεί, θέλει να με σκοτώσει,
μα ελπίζω να φιλιώσει
καιρό με τον καιρό...


Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

να τα πούμε; [πέστε τα..]

Την πόρτα ανοίγω το βράδυ,
τη λάμπα κρατώ ψηλά,
να δούνε της γης οι θλιμμένοι,
να ’ρθούνε, να βρουν συντροφιά.

Να βρούνε στρωμένο τραπέζι,
σταμνί για να πιει ο καημός
κι ανάμεσά μας θα στέκει
ο πόνος, του κόσμου αδερφός.

Να βρούνε γωνιά ν’ ακουμπήσουν,
σκαμνί για να κάτσει ο τυφλός
κι εκεί καθώς θα μιλάμε
θα ’ρθει συντροφιά κι ο Χριστός.
                τάσος λειβαδίτης



ευγένιος τριβιζάς: ένα δέντρο, μια φορά


χορταστικό αφιέρωμα της ''καθημερινής'' στους μήνες δεκέμβριο και ιανουάριο

παράσταση του εθνικού θεάτρου : το παλτό(ν. γκόγκολ)

Το παιδί με τα σπίρτα

Το παιδί της μεγάλωσε.
Έκλεισε σήμερα τα έξι χρόνια.
Το χτένισε όμορφα.
Δε θα ‘χει πια ανάγκη.
Περνά και το βλέπει.
Στη γωνιά της πλατείας
στέκει σαν άντρας.
Απ’ τα πέντε κουτιά τα σπίρτα
έχει κιόλας
πουλήσει τέσσερα. – Παίζει ο χειμώνας
στα δέκα του δάχτυλα.
Έγινε νύχτα.
Κοιτάζει η μητέρα του δεξιά της, ζερβά της,
απάνω και κάτω. Σκοτάδι:
“Ας μπορούσεν ανάβοντας το παιδί  μου ένα σπίρτο
        να φωτίσει τον κόσμο”.

                                       νικηφόρος βρεττάκος



Το τραγούδι του Αντρέα            

Πρωτοχρονιά παραμονή
-σε βλέπω που κοιμάσαι
στου ονείρου σου τη μουσική
ευτυχισμένος νά 'σαι.
Τον ύπνο σου ζεσταίνουνε
-κι ας είναι η νύχτα κρύα
τα δώρα που σε καρτερούν από την Καισαρεία.

Για σένα ο κόσμος κι ο καιρός
δεν λιώνουν σαν τους πάγους.
Έχεις Χριστό και Παναγιά,
αστέρι και τρεις μάγους.
Έχεις το ψέμα της γιορτής
και τη φωτιά της νιότης.
Πρίγκηπας είσαι και φτωχός,
προσκυνητής και ιππότης.

Πώς να σου πω πως δεν υπάρχει Αγιοβασίλης;
Σε ποιόν το γράμμα σου θα στείλεις
για να ζητήσεις τα παιχνίδια που αγαπάς.
Όταν μονάχος σου στη γη θα περπατάς
παντού κλεισμένες πόρτες πόρτες θα χτυπάς.
Χρήμα και χρόνο πάντα θα χρωστάς
κι αγάπη δανεική θα οφείλεις
πώς να σου πω πως δεν υπάρχει Αγιοβασίλης;

Πρωτοχρονιά παραμονή
-ακόμα ένας χρόνος.
Άλλο ένα βήμα στα τυφλά,
ένας ακόμα πόνος.
Θά`ρθουν πολλά κι άλλα πολλά
ατέλειωτη θητεία
ταξίδι ωραίο η ζωή
σπουδή και μαθητεία.

Να το θυμάσαι, είσαι παιδί
κι αν θες παιδί να μείνεις
κρύψε στη μέσα σου ψυχή
πίσω σου όσα αφήνεις.
Για να τα βρεις έναν καιρό
μπροστά σου φωτισμένα
και μες στης μνήμης τον σωρό
να θυμηθείς κι εμένα.

                                        γιώργος ανδρέου



Χριστούγεννα
Αντέχονται βέβαια σχεδόν όλες οι δοκιμασίες,
αυτό δα έλειπε, από τέτοιες περιπέτειες
να μη βγαίνεις ζωντανός, κι ίσως στο τέλος πάλι ολόρθος.

Όμως να, θα 'ρθουνε πάλι Χριστούγεννα και φέτος
ταψιά, χαμόγελα, βιτρίνες, επισκέψεις, έλατα φορτωμένα...
(πέρσι σου αρνήθηκα ένα στολισμένο δέντρο,
αρνήθηκα τα κάλαντά σου, μπαχτσίσι σού αρνήθηκα)

Δεν υπάρχουν Χριστούγεννα. Τα παιδιά με τα τριγωνάκια
φέτος πεθαίνουν∙ οι μάνες φουρνίζουν μπακλαβάδες
δηλητήριο∙ παππούδες τής παράδοσης χαρίζουνε στα εγγόνια
πληρωμένους δολοφόνους∙ ως και η θάλασσα κοχλάζει –τέτοιον καιρό.

Πέρσι φαινότανε ρουτίνα, φέτο κατάληξε κραυγή∙
όλα εδώ πληρώνονται, κι οι αρνήσεις στα μπαχτσίσια και στα κάλαντα.
                                    γιάννης καρατζόγλου


Χριστούγεννα...
Δεν περιμένω όμως τίποτα πια
Τον Αϊ Βασίλη απλώς τον λέγαν μπαμπά
Κι είν' ένας πρώην Έλλην αριστερός
Ένας θνητός
Με τ' όνειρό του δίχως στέγη καμιά
Και το ανοιξιάτικο κορίτσι – μαμά
Πλακώνεται απ' τη συνταγή την παλιά
Οι μυρωδιές μυρίζουν κάτι βαρύ
Κάποια πληγή
Που απλώς δεν θέλουμε ν' ανοίξει ξανά
Χριστούγεννα...




από το βλέμμα του ''οδυσσέα''


    Καλέ μου φίλε σου γράφω για να παρηγορηθώ
                και εξ αιτίας της απόστασής μας, τρελά θα εξηγηθώ.
             Μα από τότε που λείπεις, παρατήρησα ξανά
                                           πως ο γέρο-χρόνος έφυγε μα κάτι ακόμα εδώ δεν προχωρά..




Τα γόνατά μου κάνουν χρίτσι χρίτσι.
Μεγαλώνω.
Το χάνω κάθε χρόνο το παιχνίδι
με το χρόνο...
ήταν ανάγκη να συμβεί και σε μένα;;;;;



κι όποιος είπε και του χρόνου,
θα εννοεί πως δεν τελειώσαμε φέτος,
ευτυχές και στο χέρι μας το νέο έτος...




Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

retro for ever ! (πινακοθήκη αειθαλών ασμάτων)

''σπουδή στην απουσία'' [1] :


Πού να 'σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που είμαι μόνος, μα τόσο μόνος
και που μαζί μου παίζουν κρυφτό
πότε η πλήξη και πότε ο πόνος...

Πού να 'σαι αλήθεια το βράδυ αυτό
που με χτυπάει τ' άγριο τ' αγέρι
να 'ρθεις και μ' ένα φιλί καυτό
να με γεμίσεις με καλοκαίρι

Ας ερχόσουν για λίγο
μοναχά για ένα βράδυ..



''σπουδή στην απουσία'' [2]:


Μπορεί να σ' έφερε τ'αγέρι τις μαργαρίτες που μαδά
Μπορεί να σ' έφερε το κύμα στην αμμουδιά που τραγουδά
Μπορεί να σ' έφερε η χαρά, μπορεί να σ' έφερε η λύπη
μα ειν' αργά,πολύ αργά να μου ξυπνήσεις καρδιοχτύπι...



''απολογία ενώπιον μαρτύρων'' :


Ζητάτε να σας πω
τον πρώτο μου σκοπό
τα περασμένα μου γινάτια
ζητάτε είδα μάτια
με σκίζετε κομμάτια...

Σε μια παλιά πληγή
που ακόμα αιμορραγεί
μη μου γυρνάτε το μαχαίρι
αφού ο καθένας ξέρει
τι πόνο θα μου φέρει

Είναι πολύ σκληρό
να σου ζητούν να τραγουδήσεις
έναν παλιό σκοπό
που προσπαθείς να λησμονήσεις

Στο γλέντι σας αυτό
δε θα  τανε σωστό
αντί για άλλο πιοτό
να πιω εγώ φαρμάκι
μ' ένα τέτοιο τραγουδάκι

Γελάτε ειρωνικά
και λέτε μυστικά
ίσως με κάποια καταφρόνια
μια και περάσαν χρόνια
εσύ τι κλαις αιώνια

Γιατί βαρυγκωμείς
δεν είδαμε και μεις
μια ομορφιά σ' αυτή τη ζήση
δεν πήραμε απ' τη φύση
καρδιά για ν' αγαπήσει

Αχ, δεν είν' οι καρδιές
όλες το ίδιο καμωμένες
ούτε κι οι ομορφιές
στον κόσμο δίκαια μοιρασμένες

Και μες στη συντροφιά
σε κάθε ρουφηξιά
ξεχνώ μιαν ομορφιά
που γέμιζε μεράκι
το παλιό μου τραγουδάκι





''ήρθε για να μείνει'' 
          ή ''προσοχή εύθραυστον'' :


Πολλές αγάπες γνώρισα,
αγάπησα και χώρισα,
μα όπου κι αν γυρνούσα,
εσένα ζητούσα...

Στα όνειρα τα χίλια μου,
σε γύρευαν τα χείλια μου,
σε γύρευε η ψυχή μου,
κι οι πόθοι οι κρυφοί μου...
 




''πρωί,μεσημέρι,απόγευμα,βράδυ και πάλι πρωί..'' :
(όπως το φιλμ ''άνοιξη,καλοκαίρι,φθινόπωρο,χειμώνας και άνοιξη'')


Ξεκινήσαμε πρωί
κι είναι μεσημέρι
άσ' το το χεράκι σου...
να σου το κρατώ..


Θά 'ρθει και το δειλινό
με το πρώτο αστέρι
ξεκινήσαμε πρωί
κι είναι μεσημέρι

Έχουμ' ως τ' απόγευμα
δρόμο αρκετό
τίποτ' άλλο αγάπη μου
τώρα δεν ζητώ

Ας το το χεράκι σου
το μικρό σου χέρι
άσ' το το χεράκι σου
να σου το κρατώ

Τώρα που νυχτώσαμε
σφίξε μου το χέρι
τώρα ακόμα πιο πολύ
το αναζητώ

Χάθηκε στα σύννεφα
το μικρό τ' αστέρι
τώρα που νυχτώσαμε
σφίξε μου το χέρι

Μη σε νοιάζει που το φως
είναι λιγοστό
και περπάτα δίπλα μου
όπως περπατώ




'' just:στάσου μύγδαλα...''




''θρησκευτικός παροξυσμός'':
ένα πρωινό, η Παναγιά μου..






''μελό-μελό-μελό , πιο μελό δεν πάει..'':


μη μου μιλάς γι' αγάπη,
σαν κλαίνε τα πουλιά...


ΕΠΙΜΥΘΙΟ:
''ο γλάρος και η βάρκα'',
''το γεράνι κι η πεταλούδα'',
''το φεγγάρι κι η λεύκα'' :

Μια βάρκα ήταν μόνη της σε θάλασσα γαλάζια
κι ήτανε κι ένας γλάρος με ολόλευκα φτερά
κι όλο την κοντοζύγωνε για να της κάνει νάζια
και τις φτερούγες του έβρεχε στα γαλανά νερά

Και ζήλεψα τη βάρκα τη μικρή τη χιονάτη
που της φιλούσε ο γλάρος το κατάλευκο πανί
Και νοιώθω σαν βαρκούλα στα γαλάζια τα πλάτη
που όλο περιμένει κάποιο γλάρο να φανεί

Ένα γεράνι κόκκινο λουλούδισε στη γλάστρα
κι ήρθε μια πεταλούδα που πετούσε σαν τρελή
Και ποιος να ξέρει άραγε τι του 'πε η ξελογιάστρα
και κείνο εκοκκίνισε ακόμα πιο πολύ

Και όλο συλλογιέμαι τα φτερά τ' ανοιγμένα
αλλά το τι να είπαν δεν το βρίσκω, ομολογώ
Ποιος άραγε το ξέρει να το πει και σε μένα
Ας τ' άκουγα από σένα κι ας κοκκίνιζα και 'γω

Χθες το φεγγάρι ασήμωσε της λεύκας μας τα φύλλα
που στέκονταν ακίνητη εκεί στην ερημιά
κι όταν ο Μπάτης φύσηξε της ήρθε ανατριχίλα

κι αμέσως τρεμουλιάσανε τα φύλλα τα ασημιά. 













Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011

κάπνισμα είναι οι άλλοι ή η απουσία άλλων *

*  '' κόλαση είναι οι άλλοι ''  [ζαν-πολ σαρτρ]
    '' κόλαση είναι η απουσία άλλων '' [ροζέ γκαρωντύ]


μια αναγκαία επισήμανση εξαρχής :
                είναι ανοησία να υπερασπιστεί κανείς το κάπνισμα [είναι αυτονόητο ότι βλάπτει]
είναι όμως και ανοησία να το κυνηγήσει ανελέητα,να το δαιμονοποιήσει,
 γιατί τότε το καθιστά ως ''απαγορευμένο'' ακόμη πιο ελκυστικό,
το μυθοποιεί περισσότερο..


«Eισπνέετε;» (ενν. τον καπνό) ρωτάει αυτή η διαφήμιση τσιγάρων του 1932. Kαι το κείμενο, αμέσως παρακάτω, διαβεβαιώνει: «Σίγουρα... 7 στους 10 καπνιστές “κατεβάζουν” τον καπνό εν γνώσει τους... οι υπόλοιποι 3 χωρίς να το καταλάβουν». Mάλλον ανυποψίαστα, ο εμπνευστής του σλόγκαν «αγγίζει» τον βαθύτερο πυρήνα της σχέσης ανάμεσα στην αναπνευστική λειτουργία και την καπνιστική συνήθεια: όταν εισπνέουμε βαθιά, βεβαιώνει από τη μεριά της η ψυχολογία, «αγγίζουμε» τα εσωτερικά μας όρια. Aυτή η ψυχολογικά υποστηρικτική αίσθηση των εσωτερικών ορίων γίνεται σαφέστερη κατά το κάπνισμα.
                                                  [απ' το αφιέρωμα της Καθημερινής]







O Zαν Πωλ Σαρτρ, αρειμάνιος καπνιστής, επέζησε των ναζιστικών στρατόπεδων συγκεντρώσεως, των κινδύνων της Aντίστασης, της αντιπαλότητας με τη μαρξιστική «ορθοδοξία» και, λένε, της πολύχρονης συμβίωσης με την Σιμόν ντε Mποβουάρ. Aποδήμησε το 1980 σε ηλικία 75 ετών – μάλλον όχι εξαιτίας του τσιγάρου. Δεν απέφυγε, μετά θάνατον, τα πλήγματα της βλακείας των μετρίων, που πολέμησε με σθένος όσο ζούσε, αλλά που αποδείχθηκε, για μυριοστή φορά, μακροβιότερη των πολεμίων της: «Oι υπηρέτες του κοινωνικώς ορθού, σε διαφήμιση της Eθνικής Bιβλιοθήκης της Γαλλίας έφτασαν στο σημείο να αφαιρέσουν, στις φωτογραφίες, το τσιγάρο από τα χείλη του Zαν Πωλ Σαρτρ...», αγριεύουμε από το εύστοχο κείμενο της Mαρίλιας Παπαθανασίου με τίτλο «O Σαρτρ κόβει, μετά θάνατον, το κάπνισμα» στην «Kαθημερινή» της Tετάρτης 30 Mαρτίου 2005.[από το αφιέρωμα της καθημερινής]


από την εκπομπή ''το κουτί της πανδώρας''

-         ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΒΛΑΠΤΕΙ ΣΟΒΑΡΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ

Το ξέρω
αλλά τη νύχτα και μπροστά στη θάλασσα
επίσης σοβαρά ωφελεί την προσευχή
γιατί ο καπνός, ωχρός λαθρεπιβάτης
παίρνει το λεωφορείο των σύννεφων
κι όταν εκείνο κάνει στάση στο Θεό

α, τότε θα μ΄αναγνωρίσει - δε μπορεί
απ΄το άφιλτρο του λάρυγγα
από το μπλέντεντ των πνευμόνων
από τη δυσωδία των σωθικών
αφού δεν αρκεί φαίνεται
μέσα στο απόλυτο σκοτάδι
μια τόση δα μικρούλα καύτρα
που επιμένει.

 Γ. Βαρβέρης , Ο ΚΥΡΙΟΣ ΦΟΓΚ



             ΑΡΘΡΑ
                    ευγ. αρανίτσης  νικοτίνη
                  ωδή στον καπνό

                                                              Αφιέρωμα καθημερινής :
                                                       Ο ΚΑΠΝΟΣ μια ιστορία πάθους

                                                                καπνίζω, άρα υπάρχω;

                                                       "ως εκλείπει καπνός εκλιπέτωσαν.."

                                                                το καπνιστικό γονίδιο

                                                             το κάπνισμα ως ιατρικό πρόβλημα
                                                             
                                                                το χρονικό του καπνού

                                                                 οι δρόμοι του καπνού

                                                            το τσιγάρο στη μεγάλη οθόνη

                                                         ρέκβιεμ για το τελευταίο μου τσιγάρο


το τελευταίο τσιγάρο

Άρης Αλεξάνδρου : ΤΟ ΚΙΒΩΤΙΟ
Με το Κιβώτιο βρισκόμαστε στο κλίμα του ελληνικού εμφυλίου πολέμου-ακριβέστερα, στο τέλος του (καλοκαίρι του 1949). Μια 40μελής ομάδα "εθελοντών" και επίλεκτων κομμουνιστών αναλαμβάνει την ύψιστη αποστολή να μεταφέρει ένα κιβώτιο από την πόλη Ν στην πόλη Κ. Κανείς δεν έχει ιδέα για το περιεχόμενο του κιβωτίου ούτε για τον τελικό στόχο των κινήσεών τους : το αρχηγείο αρκείται να τους υποδεικνύει κάθε μέρα το δρομολόγιο της επομένης. Ωστόσο έχει γνωστοποιηθεί σε όλους ότι η "επιχείρηση - κιβώτιο" είναι τόσο σημαντική ώστε ενδεχομένως να κρίνεται από αυτήν η έκβαση του πολέμου. Εξ ου και οι αυστηρές προδιαγραφές της πορείας: καμιά καθυστέρηση δεν θα γίνεται ανεκτή και κάθε τραυματίας ή απλώς βραδυπορών θα «κυανίζεται»*. Αυτή η επιχείρηση - εκατόμβη θα διαρκέσει δύο μήνες (μέσα Ιουλίου - μέσα Σεπτεμβρίου του 1949). Ο μοναδικός επιζών - και αφηγητής - ολοκληρώνει την πορεία, παραδίδει το κιβώτιο στους αρμοδίους, εκείνοι το ανοίγουν και διαπιστώνεται πως είναι άδειο!
*Κάθε φορά ο υποψήφιος νεκρός, πριν πάρει το κυάνιο, δικαιούται να καπνίσει για τελευταία φορά, το τελευταίο τσιγάρο.
   απόσπασμα στο σχολικό βιβλίο της γ’ λυκείου:  η αυτοκτονία του σοφοκλή (σελ. 210)

Ο ΦΟΡΤΙΝΟ ΣΑΜΑΝΟ ΚΑΠΝΙΖΕΙ ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΕΤΑΙ..
     Ο Fortino Samano Μεξικανός υπολοχαγός και υπαρχηγός του Emiliano Zapata στην εξέγερση των φτωχών του 1910 συνελήφθη και εκτελέστηκε το 1917 από τον ομοσπονδιακό στρατό του προέδρου Porfirio Diaz .
Δευτερόλεπτα πριν την εκτέλεσή του ζήτησε ένα τσιγάρο ποζάροντας ακουμπισμένος σε ένα πέτρινο τοίχο, και χαμογελώντας άφοβα στο φακό του φωτογράφου Agustin Victor-Casasola.
Ο Θ. Παπ/νου εμπνεύστηκε απ’ τη φωτογραφία το ομώνυμο τραγούδι με τρεις αφηγητές:
τον ίδιο τον Σαμάνο, τον εκτελεστή και .. το τσιγάρο του.

Ο Φορτίνο Σαμάνο καπνίζει και σκέφτεται:
"Είμαι ό,τι δεν έζησα, είμαι η βροχή που θα 'ρθει
να δροσίσει άγνωστων γυναικών το κορμί.
Βράδυ στα κρεβάτια τους πώς στενάζουν ξαναμμένες
ποιος Σαμάνος έφερε τούτη τη βροχή..."

Ο στρατιώτης με τ'όπλο σημαδεύει και σκέφτεται:
"Με μια κίνηση απλή θα του κλέψω ό,τι έχει ζήσει
είμαι ένας μικρός θεός, είμαι ένα στοιχειό.
Πάνω από το αίμα του αύριο εδώ την ίδια ώρα
ερπετά θα σέρνονται όπως κάνω κι εγώ..."

Το τελευταίο τσιγάρο κι εκείνο σκέφτεται:
"Θα γίνω γέλιο να κρυφτώ σε παιδιά που ξεφαντώνουν
ο καιρός θα χάνεται ώσπου κάποιο απ'αυτά
θα φωνάξει "Λιμπερτά!" κι όπως θα κοιτάει τις κάνες
θα βρεθώ στα χείλη του σαν τσιγάρο ξανά..."

«Όταν διάβασα τη λεζάντα της φωτογραφίας, ανατρίχιασα. Η στάση του Φορτίνο Σαμάνο δεν έχει καμία σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα. Ίσως γι’ αυτό με συγκίνησε. Οι τωρινοί άνθρωποι, με τη συμβολή της τηλεόρασης, έχουμε υποστεί δύο σημαντικές ήττες: Από τη μια, έχουμε εθιστεί στον πόνο και στον θάνατο των άλλων –μέχρι και ζωντανή αναμετάδοση πολέμων έχουμε παρακολουθήσει– και από την άλλη, ακριβώς επειδή νομίζουμε ότι είμαστε πάντα στη θέση του θεατή, όταν χτυπήσει την πόρτα μας κάποια συμφορά ή ο ίδιος ο θάνατος ξαφνιαζόμαστε και τρομάζουμε». [Θαν. Παπ/νου]




στο άδειο μου πακέτο απόψε μπήκες.δεν ξέρω τι ζητάς και αν το βρήκες..

τόσο καπνό που πίνω μέσα μου,
άμα τον είχα ταξιδέψει,
θά'χα γυρίσει όλη τη γη..[;]