Σάββατο 2 Απριλίου 2016

''Fortuna vitrea est'', μια ψαγμένη μαθητική ταινία

Fortuna vitrea est :tum cum splendet frangitu.
μτφρ: Η τύχη είναι γυαλί: εκεί που λάμπει, θρυμματίζεται
Publilius Syrus, 1ος μ.Χ αιών., Ρωμαίος γνωμικογράφος

               6ο ΓΕΛ Καβάλας                    

         Η ταινία μπορεί να αξιοποιηθεί:

--στο μάθημα της Γλώσσας Α' Λυκείου [ σχέσεις εφήβων- ενηλίκων, χάσμα γενεών],

--στη Φιλοσοφία Β' Λυκείου
[είτε στην εισαγωγή στη Φιλοσοφία,
είτε στο κεφ. 6. περί ηθικής "Αξιολογώντας την πράξη", ειδικότερα για κατανόηση του "ντετερμινισμού")

--σε διαθεματική προσέγγιση: Φυσική- Φιλοσοφία-Θεολογία...


Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

πινόκιο




ΠΡΟΣΩΠΟΚΡΑΤΗΣΗ
Εκείνο το τόσο εργατικό και εφευρετικό και πολύ καθωσπρέπει κτλ. κτλ. γεροντάκι, ο Τζεπέτο ο, ας τον πούμε έτσι, πατέρας του Πινόκιο, πήρε λοιπόν μια μέρα δυό τρείς σανίδες, λίγη κόλλα κι ένα πινέλο, κι έφτιαξε ένα παιδάκι που ζωντάνεψε και άρχισε να μιλάει, και που, αντί, ο ηλίθιος, να το λατρέψει παράφορα, αντί να τό 'χει μη στάξει και μη βρέξει, αντί να το πονέσει σαν την ίδια του τη σάρκα, και αντί να το κρατήσει σφιχτά στην αγκαλιά του και με την καρδιά του να δακρύσει κοιτώντας το στα μάτια, τέλος αντί να περιμένει να γίνει δώδεκα χρονώ και να το παρουσιάσει στο Ναό για να μιλήσει στους ιερείς- εν ολίγοις: αντί να πέσει γονυκλινής και νυχθημερόν να ευγνωμονεί τον Θεό γι'αυτή την υπέρ-καταπληκτική εύνοια, άρχισε να γκρινιάζει και να μεμψιμοιρεί με αιτιολογικό οτι το παιδί έλεγε ψέματα. Ακολούθησαν οι γνωστές συνέπειες. 
     Ευγένιος Αρανίτσης, ''Ιστορίες που άρεσαν σε μερικούς ανθρώπους που ξέρω''
Ο απαγορευμένος Πινόκιο

του Αρη Μαλανδράκη

«...Οταν κλαίνε οι νεκροί, είπε ο Κόρακας, αυτό σημαίνει πως

βρίσκονται στο δρόμο της θεραπείας. Λυπούμαι που θα διαφωνήσω

με τον λαμπρό συνάδελφο και φίλο, είπε η Κουκουβάγια. Μα εγώ

νομίζω πως όταν κλαίνε οι νεκροί, δεν έχουν διάθεση να πεθάνουν!»

(Κάρλο Κολόντι, «Πινόκιο» - κεφ. 16).


Σχέδιο από τον πρώτο Πινόκιο, που ξεκίνησε πριν από 112 χρόνια και πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Giornale dei Bambini».

Και η ταινία του Ρομπέρτο Μπενίνι, όπως και το αντίστοιχο καρτούν του Ντίσνεϊ παλαιότερα, κράτησαν καλά κρυμμένη τη σκοτεινή ατμόσφαιρα που κυριαρχεί στο πρωτότυπο κείμενο του Πινόκιο. Το διάσημο παραμύθι του Κάρλο Κολόντι αντιμετώπισε πολλά εμπόδια και διώξεις εξαιτίας της.

Η ιστορία του Πινόκιο ξεκίνησε πριν από 122 χρόνια, όταν ο Κάρλο Κολόντι (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Κάρλο Λορεντζίνι) έστειλε μια περίληψη του παραμυθιού στο περιοδικό «Giornale dei Bambini», όπου και άρχισε όντως να δημοσιεύεται. Η πρώτη εκδοχή ολοκληρώθηκε σε 15 κεφάλαια και είχε τραγικό φινάλε: ο Πινόκιο απαγχονιζόταν από τους δύο ληστές και ο γερο-Τζεπέτο πέθαινε αβοήθητος στη φυλακή! Η μεγάλη επιτυχία που γνώρισε το δημοσίευμα έπεισε τον Κολόντι να προεκτείνει τη δράση, προσθέτοντας τρία επιπλέον κεφάλαια. Το φινάλε, ωστόσο, παρέμενε εξίσου θλιβερό: τη φορά αυτή ο Πινόκιο τηγανιζόταν σε καυτό λάδι!

Στην πραγματικότητα, ο Κολόντι ενδιαφερόταν ελάχιστα για το χάπι εντ και τα ηθικά διδάγματα που συνοδεύουν τα παιδικά παραμύθια. Προτίμησε να αναφερθεί σε θρύλους της Ιταλίας, ενώ δίνει ιδιαίτερο βάρος στο θάνατο και την προδοσία (ο Τζεπέτο κλείνεται στη φυλακή ύστερα από καταγγελία του Πινόκιο). Για κάποιους κριτικούς, μάλιστα, ακόμα και η περίφημη μύτη που μεγαλώνει αποτελεί προοίμιο των φροϊδικών θεωριών που δημοσιοποιήθηκαν λίγα χρόνια αργότερα! Οι αναγνώστες ξαφνιάστηκαν από αυτό το σκοτεινό αριστούργημα. Το ίδιο και οι εκκλησιαστικοί κύκλοι, που ξεκίνησαν μια σταυροφορία ενάντια στον Πινόκιο και το δημιουργό του. Ετσι ο Κολόντι υποχρεώθηκε να ανασκευάσει πολλά σημεία της ιστορίας του, ενισχύοντας τον παιδαγωγικό χαρακτήρα του παραμυθιού.

Παρ' όλα αυτά, πολλά «καταραμένα» στοιχεία της αφήγησης διασώθηκαν στην τελική εκδοχή. Ο Πινόκιο προδίδει τον πατέρα του (για να το σκάσει με τους φίλους του), σκοτώνει τον Γρύλλο (για να πάψει να του λέει ενοχλητικές αλήθειες), «φλερτάρει» συνεχώς με τον θάνατο. Ακόμα και η πρώτη συνάντησή του με την καλή νεράιδα αποτελεί κατάδυση στο ζόφο: «...Μια ωραία κοπέλα, με γαλάζια μαλλιά και άσπρο πρόσωπο σαν από κερί, πλησίασε τον Πινόκιο. Είχε τα μάτια κλειστά, τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος και χωρίς να κουνήσει τα χείλη τού είπε με μια φωνή που έμοιαζε να έρχεται από τον άλλο κόσμο: Σε αυτό το σπίτι δεν υπάρχει κανείς. Είναι όλοι νεκροί. Ανοιξέ μου τουλάχιστον εσύ, κλαψούρισε ο Πινόκιο. Είμαι κι εγώ νεκρή. Νεκρή; Και τότε τι κάνεις στο παράθυρο; Περιμένω το φέρετρο που θα έλθει να με πάρει...».

Το αρχικό κείμενο άλλαξε πολύ, προκειμένου να αποκτήσει ο Πινόκιο το εισιτήριο στην επιτυχία. Ομως η βαθύτερη ουσία του μύθου παρέμεινε αλώβητη: το αξίωμα της πραγματικότητας επιβάλλεται πάντα της αρχής της ευχαρίστησης -για να θυμηθούμε τον (συνομήλικο) Φρόιντ! Ή, όπως το έθεσε ο ιταλός φιλόσοφος Μπενεντέτο Κρότσε: «Το ξύλο από το οποίο σκαλίστηκε ο Πινόκιο είναι η ίδια η ανθρωπότητα».


Ελευθεροτυπία, 7 - 16/03/2003




Αν πει ότι η μύτη του θα μεγαλώσει και δεν μεγαλώσει, τότε θα λέει ψέμματα. Έτσι όμως θα μεγάλωνε η μύτη του επειδή είπε ψέμματα, αλλά ταυτόχρονα είπε και την αλήθεια. Έτσι με αυτή τη φράση, η μύτη του θα μεγάλωνε ακόμα και αν έλεγε την αλήθεια κάτι που μας οδηγεί σε παράδοξο!